Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πεζέμπορος
πεζέταιροι
πεζευτικός
πεζεύω
πεζίδιον
πεζικός
πεζίς
πέζις
πεζοβατέω
πεζοβόας
πεζογραφέω
πεζογραφία
πεζογράφος
πεζοθηρικός
πεζολεκτέω
πεζολέκτης
πεζολογία
πεζολογικῶς
πεζολόγος
πεζομάχας
πεζομαχέω
View word page
πεζογραφέω
write prose

ShortDef

write prose

Debugging

Headword:
πεζογραφέω
Headword (normalized):
πεζογραφέω
Headword (normalized/stripped):
πεζογραφεω
IDX:
67539
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67540
Key:

Data

{'content': 'write prose'}