Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πεδορραντήριον
πέδορτος
πέδορτος2
Πεδοσείων
πεδοσκαφής
πεδοστιβής
πεδοτριβής
πεδότριψ
πέδων
πεδώρυχος
πέζα
πεζακοντιστής
πεζαρχέω
πέζαρχος
πεζέμπορος
πεζέταιροι
πεζευτικός
πεζεύω
πεζίδιον
πεζικός
πεζίς
View word page
πέζα
bottom

ShortDef

bottom

Debugging

Headword:
πέζα
Headword (normalized):
πέζα
Headword (normalized/stripped):
πεζα
IDX:
67525
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67526
Key:

Data

{'content': 'bottom'}