Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παχύχυμος
πάων
πεδανός
πεδαρτάω
πεδαφορά
πεδάω
πεδέρχομαι
πέδη
πεδητής
πεδήτης
πεδιακός
πεδιάλλω
πεδιάς
πεδιασιμαῖος
πεδιάσιος
πεδιεινός
πεδιεῖς
πεδίζω
πεδιήρης
πέδιλον
πεδινός
View word page
πεδιακός
of or on the plain

ShortDef

of or on the plain

Debugging

Headword:
πεδιακός
Headword (normalized):
πεδιακός
Headword (normalized/stripped):
πεδιακος
IDX:
67488
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67489
Key:

Data

{'content': 'of or on the plain'}