Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παῦσις
παυστέον
παυστέος
παυστήρ
παυστήριος
παύσυβρις
παυσώδυνος
παυσωλή
παύω
Παφλαγονία
Παφλαγών
παφλάζω
πάφλασμα
Πάφος
πάχετος
πάχης
πάχνη
παχνήεις
παχνόω
παχνώδης
πάχος
View word page
Παφλαγών
a Paphlagonian
ShortDef
a Paphlagonian
Debugging
Headword:
Παφλαγών
Headword (normalized):
παφλαγών
Headword (normalized/stripped):
παφλαγων
IDX:
67430
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67431
Key:
Data
{'content': 'a Paphlagonian'}