Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πατρογενής
πατρογέρων
πατροδίδακτος
πατροδώρητος
πατρόθεν
πατροκασιγνήτη
πατροκασίγνητος
Πάτροκλος
πατροκόμος
πατροκτονέω
πατροκτονία
πατροκτόνιον
πατροκτόνος
πατρολάθησις
πατρολέτωρ
πατρομήτωρ
πατρομύστης
πατρονομέω
πατρονομία
πατρονομικός
πατρονόμος
View word page
πατροκτονία
murder of a father, parricide
ShortDef
murder of a father, parricide
Debugging
Headword:
πατροκτονία
Headword (normalized):
πατροκτονία
Headword (normalized/stripped):
πατροκτονια
IDX:
67360
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67361
Key:
Data
{'content': 'murder of a father, parricide'}