Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναφοινίσσω
ἀναφοιτάω
ἀναφορά
ἀναφορεύς
ἀναφορέω
ἀναφορικός
ἀναφόριον
ἀναφορμίζομαι
ἀνάφορον
ἀναφράζω
ἀναφράσσω
ἀναφρίζω
ἀναφρίσσω
ἀναφροδισία
ἀναφρόδιτος
ἀναφρονέω
ἀναφροντίζω
ἄναφρος
ἀναφρύγω
ἀναφυγή
ἀναφύησις
View word page
ἀναφράσσω
barricade again, block up
ShortDef
barricade again, block up
Debugging
Headword:
ἀναφράσσω
Headword (normalized):
ἀναφράσσω
Headword (normalized/stripped):
αναφρασσω
IDX:
6731
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6732
Key:
Data
{'content': 'barricade again, block up'}