Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πάσχα
πασχητιασμός
πασχητιάω
πασχικός
πάσχω
πατά
παταγέω
παταγή
πατάγημα
παταγοδρόμος
πάταγος
Παταικίων
πατακτροράφος
πατάνεψις
πατάνη
πατάξ
Παταρεύς
πατάσσω
πατελίς
πάτελλα
Πατελλοχάρων
View word page
πάταγος
a clatter, crash
ShortDef
a clatter, crash
Debugging
Headword:
πάταγος
Headword (normalized):
πάταγος
Headword (normalized/stripped):
παταγος
IDX:
67299
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67300
Key:
Data
{'content': 'a clatter, crash'}