Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρωνυμία
παρωνυμιάζω
παρωνυμίασμα
παρωνύμιον
παρωνύμιος
παρώνυμος
παρωνυχία
παρώπια
παρωπία
παρωπίς
παρωραϊσμός
παρώρεια
παρώρειος
παρωρείτης
παρωρμημένως
πάρωρος
παρωροφίς
παρώτιον
παρωτίς
παρῳχημένως
πάρωχρος
View word page
παρωραϊσμός
unseasonableness

ShortDef

unseasonableness

Debugging

Headword:
παρωραϊσμός
Headword (normalized):
παρωραϊσμός
Headword (normalized/stripped):
παρωραισμος
IDX:
67222
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67223
Key:

Data

{'content': 'unseasonableness'}