Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παρυφιζάνω
παρυφίστημι
πάρφαμι
πάρφασις
παρφυκτός
πάρφυκτος
παρῴα
παρῳδέω
παρῳδητέον
παρῳδία
παρῳδικός
παρῳδός
παρωθέω
παρωκεάνιος
παρωκεανῖται
παρωκεανῖτις
παρωλένιος
παρώμαλος
παρωμίς
παρών
παρωνυμέω
View word page
παρῳδικός
burlesque
ShortDef
burlesque
Debugging
Headword:
παρῳδικός
Headword (normalized):
παρῳδικός
Headword (normalized/stripped):
παρωδικος
IDX:
67200
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67201
Key:
Data
{'content': 'burlesque'}