Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγορασείω
ἀγορασία
ἀγόρασμα
ἀγορασμός
ἀγοραστής
ἀγοραστικός
ἀγοραστός
Ἀγόρατος
ἀγόρευσις
ἀγορευτήριον
ἀγορευτής
ἀγορεύω
ἀγορή
ἀγορηγός
ἀγορῆθεν
ἀγορήνδε
ἀγορήτης
ἀγορητής
ἀγορητύς
ἀγορῆφι
ἀγός
View word page
ἀγορευτής
speaker

ShortDef

speaker

Debugging

Headword:
ἀγορευτής
Headword (normalized):
ἀγορευτής
Headword (normalized/stripped):
αγορευτης
IDX:
671
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-672
Key:

Data

{'content': 'speaker'}