Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Πάρος
παρόσον
παροσφραίνω
παροτρυντικός
παροτρύνω
παρουάτιος
παρουλίς
πάρουλος
παρουλότριχος
πάρουρος
πάρουρος2
παρουσία
παρουσιάζω
παροφθαλμιστής
παροχέομαι
παροχέτευσις
παροχετευτέον
παροχετευτικός
παροχετεύω
παροχεύομαι
παροχεύς
View word page
πάρουρος2
beside the tail

ShortDef

one who keeps watch beside
beside the tail

Debugging

Headword:
πάρουρος2
Headword (normalized):
πάρουρος
Headword (normalized/stripped):
παρουρος2
IDX:
67137
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67138
Key:

Data

{'content': 'beside the tail'}