Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρορύσσω
παρορφνιδωτός
παρορχέομαι
πᾶρος
πάρος
Πάρος
παρόσον
παροσφραίνω
παροτρυντικός
παροτρύνω
παρουάτιος
παρουλίς
πάρουλος
παρουλότριχος
πάρουρος
πάρουρος2
παρουσία
παρουσιάζω
παροφθαλμιστής
παροχέομαι
παροχέτευσις
View word page
παρουάτιος
with hanging ears

ShortDef

with hanging ears

Debugging

Headword:
παρουάτιος
Headword (normalized):
παρουάτιος
Headword (normalized/stripped):
παρουατιος
IDX:
67132
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67133
Key:

Data

{'content': 'with hanging ears'}