Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παρόρνυμι
παρορύσσω
παρορφνιδωτός
παρορχέομαι
πᾶρος
πάρος
Πάρος
παρόσον
παροσφραίνω
παροτρυντικός
παροτρύνω
παρουάτιος
παρουλίς
πάρουλος
παρουλότριχος
πάρουρος
πάρουρος2
παρουσία
παρουσιάζω
παροφθαλμιστής
παροχέομαι
View word page
παροτρύνω
to urge
ShortDef
to urge
Debugging
Headword:
παροτρύνω
Headword (normalized):
παροτρύνω
Headword (normalized/stripped):
παροτρυνω
IDX:
67131
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67132
Key:
Data
{'content': 'to urge'}