Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Παροπαμισάδαι
παροπλίζω
παροπλισμός
παροπτάω
παροπτέος
παρόπτησις
πάροπτος
παρόραμα
παρόρασις
παρορατέον
παρορατικός
παροράω
παροργίζω
παρόργισμα
παροργισμός
παρορέγω
παρόρειος
παρορέω
παρόρθιος
παρορία
παρορίζω
View word page
παρορατικός
apt to overlook

ShortDef

apt to overlook

Debugging

Headword:
παρορατικός
Headword (normalized):
παρορατικός
Headword (normalized/stripped):
παρορατικος
IDX:
67096
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67097
Key:

Data

{'content': 'apt to overlook'}