Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πάροιθ
πάροιθε
παροικέω
παροίκησις
παροικία
παροικίζω
παροικικός
παροικοδομέω
παροικοδόμημα
πάροικος
παροιμία
παροιμιάζω
παροιμιακός
παροιμιαστής
παροιμιογράφος
παροίμιον
παροιμιώδης
πάροιμος
παροινέω
παροίνημα
παροινία
View word page
παροιμία
a by-word, common saying, proverb, maxim, saw

ShortDef

a by-word, common saying, proverb, maxim, saw

Debugging

Headword:
παροιμία
Headword (normalized):
παροιμία
Headword (normalized/stripped):
παροιμια
IDX:
67039
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67040
Key:

Data

{'content': 'a by-word, common saying, proverb, maxim, saw'}