Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παροίδησις
παροιδίσκω
πάροιθ
πάροιθε
παροικέω
παροίκησις
παροικία
παροικίζω
παροικικός
παροικοδομέω
παροικοδόμημα
πάροικος
παροιμία
παροιμιάζω
παροιμιακός
παροιμιαστής
παροιμιογράφος
παροίμιον
παροιμιώδης
πάροιμος
παροινέω
View word page
παροικοδόμημα
partition wall

ShortDef

partition wall

Debugging

Headword:
παροικοδόμημα
Headword (normalized):
παροικοδόμημα
Headword (normalized/stripped):
παροικοδομημα
IDX:
67037
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67038
Key:

Data

{'content': 'partition wall'}