Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρξοά
παρό
παρογκόομαι
παροδεία
παροδευτικός
παροδεύω
παροδία
παροδικός
παρόδιος
παροδίτης
παροδοποιέω
πάροδος
πάροδος2
παροδύρομαι
παροίγνυμι
παροιδαίνω
παροίδησις
παροιδίσκω
πάροιθ
πάροιθε
παροικέω
View word page
παροδοποιέω
make a side-road

ShortDef

make a side-road

Debugging

Headword:
παροδοποιέω
Headword (normalized):
παροδοποιέω
Headword (normalized/stripped):
παροδοποιεω
IDX:
67021
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67022
Key:

Data

{'content': 'make a side-road'}