Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Πάρνοι
Παρνόπιος
πάρνοψ
Πάρνων
παρξοά
παρό
παρογκόομαι
παροδεία
παροδευτικός
παροδεύω
παροδία
παροδικός
παρόδιος
παροδίτης
παροδοποιέω
πάροδος
πάροδος2
παροδύρομαι
παροίγνυμι
παροιδαίνω
παροίδησις
View word page
παροδία
by-road
ShortDef
by-road
Debugging
Headword:
παροδία
Headword (normalized):
παροδία
Headword (normalized/stripped):
παροδια
IDX:
67017
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67018
Key:
Data
{'content': 'by-road'}