Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παρισότης
παρισόχρονος
παρισόω
παρίσταμι
παρίστημι
παριστία
παριστίδιος
παριστορέω
παρίστριος
παρίσχιος
παρισχναίνω
παρίσχω
παρισώδης
παρίσωσις
παρισωτικός
παριτέον
παριτητέα
παριτός
παρκάλισις
Παρμενίδειος
Παρμενίδης
View word page
παρισχναίνω
make thin
ShortDef
make thin
Debugging
Headword:
παρισχναίνω
Headword (normalized):
παρισχναίνω
Headword (normalized/stripped):
παρισχναινω
IDX:
66987
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66988
Key:
Data
{'content': 'make thin'}