Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρίαμβος
παριαμβώδης
παριαύω
παριδρύω
παριέρη
παρίζω
παρίημι
παρίκω
παριλλαίνω
Πάριον
Πάριος
Παριουργής
παριππασία
παριππεύω
πάριππος
Πάρις
παρίσθμιον
πάρισος
παρισότης
παρισόχρονος
παρισόω
View word page
Πάριος
from the island of Paros

ShortDef

from the island of Paros

Debugging

Headword:
Πάριος
Headword (normalized):
πάριος
Headword (normalized/stripped):
παριος
IDX:
66969
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66970
Key:

Data

{'content': 'from the island of Paros'}