Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Πάρθος
Παρθυαία
Παρθυαῖος
Παρθυηνή
Παρθυικός
πάρθυμα
παριαμβίς
παρίαμβος
παριαμβώδης
παριαύω
παριδρύω
παριέρη
παρίζω
παρίημι
παρίκω
παριλλαίνω
Πάριον
Πάριος
Παριουργής
παριππασία
παριππεύω
View word page
παριδρύω
to set up beside

ShortDef

to set up beside

Debugging

Headword:
παριδρύω
Headword (normalized):
παριδρύω
Headword (normalized/stripped):
παριδρυω
IDX:
66962
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66963
Key:

Data

{'content': 'to set up beside'}