Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρθενών
παρθενωπός
παρθεσίη
Παρθικός
Παρθιστί
Πάρθοι
Πάρθος
Παρθυαία
Παρθυαῖος
Παρθυηνή
Παρθυικός
πάρθυμα
παριαμβίς
παρίαμβος
παριαμβώδης
παριαύω
παριδρύω
παριέρη
παρίζω
παρίημι
παρίκω
View word page
Παρθυικός
Parthian

ShortDef

Parthian

Debugging

Headword:
Παρθυικός
Headword (normalized):
παρθυικός
Headword (normalized/stripped):
παρθυικος
IDX:
66956
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66957
Key:

Data

{'content': 'Parthian'}