Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παρθενόχρως
παρθενώδης
παρθενών
παρθενωπός
παρθεσίη
Παρθικός
Παρθιστί
Πάρθοι
Πάρθος
Παρθυαία
Παρθυαῖος
Παρθυηνή
Παρθυικός
πάρθυμα
παριαμβίς
παρίαμβος
παριαμβώδης
παριαύω
παριδρύω
παριέρη
παρίζω
View word page
Παρθυαῖος
Parthian
ShortDef
Parthian
Debugging
Headword:
Παρθυαῖος
Headword (normalized):
παρθυαῖος
Headword (normalized/stripped):
παρθυαιος
IDX:
66954
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66955
Key:
Data
{'content': 'Parthian'}