Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρηχητικός
παρθενεία
παρθένεια
παρθένειος
παρθένευμα
παρθενεύω
παρθενήιος
παρθένια
παρθενία
παρθενιανός
παρθενίας
παρθενική
παρθενικός
παρθένιον
Παρθένιον
παρθένιος
Παρθένιος
παρθενοκόμος
παρθενοκτονία
παρθενοκτόνος
Παρθενοπαῖος
View word page
παρθενίας
son of a concubine

ShortDef

son of a concubine

Debugging

Headword:
παρθενίας
Headword (normalized):
παρθενίας
Headword (normalized/stripped):
παρθενιας
IDX:
66928
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66929
Key:

Data

{'content': 'son of a concubine'}