Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παρηχέομαι
παρήχημα
παρηχητικός
παρθενεία
παρθένεια
παρθένειος
παρθένευμα
παρθενεύω
παρθενήιος
παρθένια
παρθενία
παρθενιανός
παρθενίας
παρθενική
παρθενικός
παρθένιον
Παρθένιον
παρθένιος
Παρθένιος
παρθενοκόμος
παρθενοκτονία
View word page
παρθενία
virginhood
ShortDef
virginhood
Debugging
Headword:
παρθενία
Headword (normalized):
παρθενία
Headword (normalized/stripped):
παρθενια
IDX:
66926
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66927
Key:
Data
{'content': 'virginhood'}