Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παρήμερος
πάρηξις
παρηονῖτις
παρηορία
παρηορίη
παρηόριος
παρήορος
παρησυχάζω
παρηχέομαι
παρήχημα
παρηχητικός
παρθενεία
παρθένεια
παρθένειος
παρθένευμα
παρθενεύω
παρθενήιος
παρθένια
παρθενία
παρθενιανός
παρθενίας
View word page
παρηχητικός
alliterative
ShortDef
alliterative
Debugging
Headword:
παρηχητικός
Headword (normalized):
παρηχητικός
Headword (normalized/stripped):
παρηχητικος
IDX:
66918
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66919
Key:
Data
{'content': 'alliterative'}