Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀγορανόμος
ἀγοράομαι
ἀγορασἀγένειος
ἀγορασείω
ἀγορασία
ἀγόρασμα
ἀγορασμός
ἀγοραστής
ἀγοραστικός
ἀγοραστός
Ἀγόρατος
ἀγόρευσις
ἀγορευτήριον
ἀγορευτής
ἀγορεύω
ἀγορή
ἀγορηγός
ἀγορῆθεν
ἀγορήνδε
ἀγορήτης
ἀγορητής
View word page
Ἀγόρατος
Agoratus
ShortDef
Agoratus
Debugging
Headword:
Ἀγόρατος
Headword (normalized):
ἀγόρατος
Headword (normalized/stripped):
αγορατος
IDX:
668
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-669
Key:
Data
{'content': 'Agoratus'}