Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παρηγέομαι
παρηγμένως
παρηγορέω
παρηγόρημα
παρηγορητέον
παρηγορία
παρηγορικός
παρήγορος
παρηδύνω
παρηθέω
παρήθημα
παρήϊον
παρήιον
παρηΐς
παρηκουσμένως
παρήκω
παρῆλιξ
παρήλιος
παρηλλαγμένως
πάρημαι
παρημελημένως
View word page
παρήθημα
filterings
ShortDef
filterings
Debugging
Headword:
παρήθημα
Headword (normalized):
παρήθημα
Headword (normalized/stripped):
παρηθημα
IDX:
66896
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66897
Key:
Data
{'content': 'filterings'}