Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρεξισόω
παρεξίστημι
παρέξοδος
παρεξουδενέω
παρέξω
παρεξωθέω
παρέοικα
παρεοικότως
παρέπαινος
παρεπαίρομαι
παρεπαισθάνομαι
παρεπαίσθημα
παρεπέχω
παρεπιβοηθέω
παρεπιγραφή
παρεπιγράφω
παρεπιδαμίων
παρεπιδείκνυμι
παρεπιδημέω
παρεπιδημία
παρεπίδημος
View word page
παρεπαισθάνομαι
supplement sensation

ShortDef

supplement sensation

Debugging

Headword:
παρεπαισθάνομαι
Headword (normalized):
παρεπαισθάνομαι
Headword (normalized/stripped):
παρεπαισθανομαι
IDX:
66806
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66807
Key:

Data

{'content': 'supplement sensation'}