Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρεμμανής
παρεμμίγνυμι
παρεμπάσσω
παρεμπηδάω
παρεμπίνω
παρεμπίπλημι
παρεμπίπραμαι
παρεμπίπτω
παρεμπλαστικός
παρεμπλέκω
παρεμπλοκή
παρεμποδίζω
παρεμποδισμός
παρεμποδών
παρεμποιέω
παρεμπολάω
παρεμπόρευμα
παρεμπορεύομαι
παρέμπτωσις
παρεμφαίνω
παρεμφάρακτος
View word page
παρεμπλοκή
fitting in, inclusion

ShortDef

fitting in, inclusion

Debugging

Headword:
παρεμπλοκή
Headword (normalized):
παρεμπλοκή
Headword (normalized/stripped):
παρεμπλοκη
IDX:
66721
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66722
Key:

Data

{'content': 'fitting in, inclusion'}