Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παρεκτέος
παρεκτίθημι
παρεκτικός
παρέκτοπος
παρεκτός
παρεκτρέπω
παρεκτρέχω
παρεκτρίβομαι
παρεκτροπή
παρεκτροχάζω
παρέκτωρ
παρεκφαίνομαι
παρεκφέρω
παρεκχέω
παρέκχυμα
παρέκχυσις
παρέλασις
παρελαύνω
παρελέγχω
παρελκόντως
παρέλκυσις
View word page
παρέκτωρ
provider
ShortDef
provider
Debugging
Headword:
παρέκτωρ
Headword (normalized):
παρέκτωρ
Headword (normalized/stripped):
παρεκτωρ
IDX:
66684
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66685
Key:
Data
{'content': 'provider'}