Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρεκτελέω
παρεκτέον
παρεκτέος
παρεκτίθημι
παρεκτικός
παρέκτοπος
παρεκτός
παρεκτρέπω
παρεκτρέχω
παρεκτρίβομαι
παρεκτροπή
παρεκτροχάζω
παρέκτωρ
παρεκφαίνομαι
παρεκφέρω
παρεκχέω
παρέκχυμα
παρέκχυσις
παρέλασις
παρελαύνω
παρελέγχω
View word page
παρεκτροπή
turning aside, diverting

ShortDef

turning aside, diverting

Debugging

Headword:
παρεκτροπή
Headword (normalized):
παρεκτροπή
Headword (normalized/stripped):
παρεκτροπη
IDX:
66682
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66683
Key:

Data

{'content': 'turning aside, diverting'}