Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρεκβάλλω
παρέκβασις
παρεκβατικός
παρεκβολεύομαι
παρεκβολή
παρεκβολικός
παρεκδέχομαι
παρεκδίδωμι
παρεκδοχή
παρεκδύομαι
παρεκεῖ
παρέκθεσις
παρεκθέω
παρεκθλίβω
παρεκκαθαίρω
παρεκκλίνω
παρεκλέγω
παρεκλείπω
παρεκλύω
παρεκμανθάνω
παρεκνέομαι
View word page
παρεκεῖ
thereabouts

ShortDef

thereabouts

Debugging

Headword:
παρεκεῖ
Headword (normalized):
παρεκεῖ
Headword (normalized/stripped):
παρεκει
IDX:
66647
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66648
Key:

Data

{'content': 'thereabouts'}