Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνατριχόομαι
ἀνάτριχος
ἀνατριχοφυέω
ἀνάτριψις
ἀνατροπεύς
ἀνατροπή
ἀνατροπιάζω
ἀνατροφεύς
ἀνατροφή
ἀνατροχασμός
ἀνατρυγάω
ἀναττικός
ἀνατυλίσσω
ἀνατυπόω
ἀνατύπωμα
ἀνατυπωτικός
ἀνατυρβάζω
ἀναύγητος
ἀναυδάω
ἀναυδής
ἀναύδητος
View word page
ἀνατρυγάω
glean grapes off again

ShortDef

glean grapes off again

Debugging

Headword:
ἀνατρυγάω
Headword (normalized):
ἀνατρυγάω
Headword (normalized/stripped):
ανατρυγαω
IDX:
6662
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6663
Key:

Data

{'content': 'glean grapes off again'}