Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρεγγράφω
παρεγγυάω
παρεγγύη
παρεγγύημα
παρεγγύησις
παρεγγυητέον
πάρεγγυς
παρεγείρω
παρεγκάμπτω
παρεγκάπτω
παρέγκειμαι
παρεγκελεύομαι
παρεγκεράννυμι
παρεγκεφαλίς
παρεγκλίνω
παρέγκλισις
παρεγκλιτικός
παρεγκόπτω
παρεγκυκλέω
παρεγκύκλημα
παρεγχειρέω
View word page
παρέγκειμαι
to be interpolated

ShortDef

to be interpolated

Debugging

Headword:
παρέγκειμαι
Headword (normalized):
παρέγκειμαι
Headword (normalized/stripped):
παρεγκειμαι
IDX:
66568
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66569
Key:

Data

{'content': 'to be interpolated'}