Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρεάω
παρεγγίζω
παρέγγραπτος
παρέγγραφος
παρεγγράφω
παρεγγυάω
παρεγγύη
παρεγγύημα
παρεγγύησις
παρεγγυητέον
πάρεγγυς
παρεγείρω
παρεγκάμπτω
παρεγκάπτω
παρέγκειμαι
παρεγκελεύομαι
παρεγκεράννυμι
παρεγκεφαλίς
παρεγκλίνω
παρέγκλισις
παρεγκλιτικός
View word page
πάρεγγυς
near at hand, close by

ShortDef

near at hand, close by

Debugging

Headword:
πάρεγγυς
Headword (normalized):
πάρεγγυς
Headword (normalized/stripped):
παρεγγυς
IDX:
66564
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66565
Key:

Data

{'content': 'near at hand, close by'}