Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρδαλέα
παρδαλέη
παρδάλειος
παρδαλήφορος
παρδάλια
παρδαλιδεύς
παρδαλιοκτόνος
πάρδαλις
πάρδαλος
παρδαλώδης
παρδαλωτός
παρδιαῖος
πάρδος
παρεατέον
παρεάω
παρεγγίζω
παρέγγραπτος
παρέγγραφος
παρεγγράφω
παρεγγυάω
παρεγγύη
View word page
παρδαλωτός
spotted like the pard

ShortDef

spotted like the pard

Debugging

Headword:
παρδαλωτός
Headword (normalized):
παρδαλωτός
Headword (normalized/stripped):
παρδαλωτος
IDX:
66550
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66551
Key:

Data

{'content': 'spotted like the pard'}