Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παραψύχω
παρδακός
παρδαλέα
παρδαλέη
παρδάλειος
παρδαλήφορος
παρδάλια
παρδαλιδεύς
παρδαλιοκτόνος
πάρδαλις
πάρδαλος
παρδαλώδης
παρδαλωτός
παρδιαῖος
πάρδος
παρεατέον
παρεάω
παρεγγίζω
παρέγγραπτος
παρέγγραφος
παρεγγράφω
View word page
πάρδαλος
plover
ShortDef
plover
Debugging
Headword:
πάρδαλος
Headword (normalized):
πάρδαλος
Headword (normalized/stripped):
παρδαλος
IDX:
66548
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66549
Key:
Data
{'content': 'plover'}