Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραχωρίζω
παραχώριος
παραψάλλω
παράψαυσις
παραψαύω
παραψάω
παραψελλίζω
παραψεύδομαι
παραψηλαφάω
παράψηξις
παράψηστος
παραψηφίζομαι
παραψηφισμός
παραψήχω
παραψίδιον
παράψιμον
παράψογος
παραψυκτήριον
παραψυχή
παραψύχω
παρδακός
View word page
παράψηστος
with smoothed-down hair

ShortDef

with smoothed-down hair

Debugging

Headword:
παράψηστος
Headword (normalized):
παράψηστος
Headword (normalized/stripped):
παραψηστος
IDX:
66529
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66530
Key:

Data

{'content': 'with smoothed-down hair'}