Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παράχροος
παραχρώννυμι
παράχρωσις
παράχυμα
παράχυσις
παραχυτέον
παραχύτης
παράχωμα
παραχώννυμι
παραχωρέω
παραχώρησις
παραχωρητέον
παραχωρητέος
παραχωρητικός
παραχωρίζω
παραχώριος
παραψάλλω
παράψαυσις
παραψαύω
παραψάω
παραψελλίζω
View word page
παραχώρησις
a giving way

ShortDef

a giving way

Debugging

Headword:
παραχώρησις
Headword (normalized):
παραχώρησις
Headword (normalized/stripped):
παραχωρησις
IDX:
66515
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66516
Key:

Data

{'content': 'a giving way'}