Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παράχριστα
παραχρίω
παράχροος
παραχρώννυμι
παράχρωσις
παράχυμα
παράχυσις
παραχυτέον
παραχύτης
παράχωμα
παραχώννυμι
παραχωρέω
παραχώρησις
παραχωρητέον
παραχωρητέος
παραχωρητικός
παραχωρίζω
παραχώριος
παραψάλλω
παράψαυσις
παραψαύω
View word page
παραχώννυμι
to throw up beside

ShortDef

to throw up beside

Debugging

Headword:
παραχώννυμι
Headword (normalized):
παραχώννυμι
Headword (normalized/stripped):
παραχωννυμι
IDX:
66513
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66514
Key:

Data

{'content': 'to throw up beside'}