Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παραχρηστηριάζω
παράχριστα
παραχρίω
παράχροος
παραχρώννυμι
παράχρωσις
παράχυμα
παράχυσις
παραχυτέον
παραχύτης
παράχωμα
παραχώννυμι
παραχωρέω
παραχώρησις
παραχωρητέον
παραχωρητέος
παραχωρητικός
παραχωρίζω
παραχώριος
παραψάλλω
παράψαυσις
View word page
παράχωμα
a side embankment, a dyke
ShortDef
a side embankment, a dyke
Debugging
Headword:
παράχωμα
Headword (normalized):
παράχωμα
Headword (normalized/stripped):
παραχωμα
IDX:
66512
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66513
Key:
Data
{'content': 'a side embankment, a dyke'}