Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παραχναύω
παραχορδίζω
παραχορηγέω
παραχορήγημα
παραχραίνω
παραχράομαι
παραχρῆμα
παραχρηοτηριάζω
παράχρησις
παραχρηστηριάζω
παράχριστα
παραχρίω
παράχροος
παραχρώννυμι
παράχρωσις
παράχυμα
παράχυσις
παραχυτέον
παραχύτης
παράχωμα
παραχώννυμι
View word page
παράχριστα
ointments
ShortDef
ointments
Debugging
Headword:
παράχριστα
Headword (normalized):
παράχριστα
Headword (normalized/stripped):
παραχριστα
IDX:
66503
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66504
Key:
Data
{'content': 'ointments'}