Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παραφυλακισμός
παραφυλακίτης
παραφυλακτέον
παραφυλακτικός
παραφύλαξ
παραφυλάσσω
παραφυλλίς
παράφυλλον
παράφυμα
παραφυσάω
παράφυσις
παραφύτευσις
παραφυτεύω
παράφυτος
παραφύω
παραφωνέω
παραφωνή
παραφωνία
παράφωνος
παραφωτισμός
παραχαλάω
View word page
παράφυσις
attachment
ShortDef
attachment
Debugging
Headword:
παράφυσις
Headword (normalized):
παράφυσις
Headword (normalized/stripped):
παραφυσις
IDX:
66468
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66469
Key:
Data
{'content': 'attachment'}