Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραφάσσω2
παράφερνα
παραφέρω
παραφεύγω
παράφημι
παραφθαδόν
παραφθάνω
παραφθέγγομαι
παραφθεγκτήρια
παράφθεγμα
παραφθείρω
παραφθορά
παραφίημι
παραφλόγισμα
παραφλυαρέω
παραφομοιόω
παραφορά
παραφορέω
παράφορος
παραφορότης
παραφορτίζομαι
View word page
παραφθείρω
destroy, corrupt, spoil

ShortDef

destroy, corrupt, spoil

Debugging

Headword:
παραφθείρω
Headword (normalized):
παραφθείρω
Headword (normalized/stripped):
παραφθειρω
IDX:
66427
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66428
Key:

Data

{'content': 'destroy, corrupt, spoil'}