Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνατομή
ἀνατομικός
ἀνάτονος
ἄνατος
ἀνατρεπτέον
ἀνατρεπτέος
ἀνατρεπτικός
ἀνατρέπω
ἀνατρέφω
ἀνατρέχω
ἀνάτρεψις
ἀνάτρησις
ἀνάτρητος
ἀνατριαινόω
ἀνατριακοσιολόγιστος
ἀνατριβή
ἀνατρίβω
ἀνατρίζω
ἀνατριπλόω
ἀνατριπτέον
ἀνάτριπτος
View word page
ἀνάτρεψις
turning upside down

ShortDef

turning upside down

Debugging

Headword:
ἀνάτρεψις
Headword (normalized):
ἀνάτρεψις
Headword (normalized/stripped):
ανατρεψις
IDX:
6641
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6642
Key:

Data

{'content': 'turning upside down'}