Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνατολμάω
ἀνατομή
ἀνατομικός
ἀνάτονος
ἄνατος
ἀνατρεπτέον
ἀνατρεπτέος
ἀνατρεπτικός
ἀνατρέπω
ἀνατρέφω
ἀνατρέχω
ἀνάτρεψις
ἀνάτρησις
ἀνάτρητος
ἀνατριαινόω
ἀνατριακοσιολόγιστος
ἀνατριβή
ἀνατρίβω
ἀνατρίζω
ἀνατριπλόω
ἀνατριπτέον
View word page
ἀνατρέχω
to run back
ShortDef
to run back
Debugging
Headword:
ἀνατρέχω
Headword (normalized):
ἀνατρέχω
Headword (normalized/stripped):
ανατρεχω
IDX:
6640
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6641
Key:
Data
{'content': 'to run back'}