Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρατόξευσις
παρατούριον
παρατραγικεύομαι
παρατραγῳδέω
παρατράγῳδος
παρατράχηλος
παρατρέπω
παρατρέφω
παρατρέχω
παρατρέω
παράτρητος
παρατριβή
παράτριβος
παρατρίβω
παράτριμμα
παρατριπτέον
παράτριψις
παρατροπέω
παρατροπή
παράτροπος
παράτροφος
View word page
παράτρητος
pierced at the side

ShortDef

pierced at the side

Debugging

Headword:
παράτρητος
Headword (normalized):
παράτρητος
Headword (normalized/stripped):
παρατρητος
IDX:
66364
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66365
Key:

Data

{'content': 'pierced at the side'}