Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρατεταγμένως
παρατεταμένως
παρατετηρημένως
παρατεχνολογέω
παρατηρέω
παρατήρημα
παρατήρησις
παρατηρητέον
παρατηρητής
παρατηρητικός
παρατίθημι
παρατίλλω
παρατιλμός
παρατίλτρια
παρατιμασία
παράτιμον
παράτιτλον
παρατιτρώσκω
παρατμίζω
παρατολμάω
παράτολμος
View word page
παρατίθημι
to place beside

ShortDef

to place beside

Debugging

Headword:
παρατίθημι
Headword (normalized):
παρατίθημι
Headword (normalized/stripped):
παρατιθημι
IDX:
66340
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66341
Key:

Data

{'content': 'to place beside'}