Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραταυτότης
παρατείνω
παρατειχίζω
παρατείχισμα
παρατεκταίνομαι
παρατελευταῖος
παρατελευτάω
παρατελωνέομαι
παρατέμνω
παρατεταγμένως
παρατεταμένως
παρατετηρημένως
παρατεχνολογέω
παρατηρέω
παρατήρημα
παρατήρησις
παρατηρητέον
παρατηρητής
παρατηρητικός
παρατίθημι
παρατίλλω
View word page
παρατεταμένως
extendedly, throughout the whole length

ShortDef

extendedly, throughout the whole length

Debugging

Headword:
παρατεταμένως
Headword (normalized):
παρατεταμένως
Headword (normalized/stripped):
παρατεταμενως
IDX:
66331
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66332
Key:

Data

{'content': 'extendedly, throughout the whole length'}